- ἀπορημάτων
- ἀπόρημαmatter of doubtneut gen pl
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Θεοφύλακτος Σιμοκάττης — (τέλη 6ου – αρχές 7ου αι.). Ιστορικός. Καταγόταν από την Αίγυπτο. Υπηρέτησε ως δημόσιος υπάλληλος στα χρόνια των αυτοκρατόρων Μαυρίκιου και Ηράκλειου. Έγραψε μια μελέτη με τον τίτλο Περί διαφόρων φυσικών απορημάτων και επιλύσεως αυτών, καθώς και… … Dictionary of Greek
Καβάσιλας — I Μεγάλος πεδινός οικισμός (υψόμ. 17 μ., 1.474 κάτ.) του νομού Ηλείας. Βρίσκεται στο δυτικό άκρο του νομού, 32 χλμ. ΒΔ του Πύργου. Υπάγεται διοικητικά στον δήμο Γαστούνης. II Επώνυμο ιστορικών προσώπων της βυζαντινής και μεταβυζαντινής εποχής. 1 … Dictionary of Greek